Ιαματικές πηγές
Ιαματικές Πηγές
Το ανθρακούχο μεταλλικό κόκκινο νερό, οφείλει το όνομά του στο ότι αν και άχρωμο και διαυγές, αφήνει στα μέρη και τα σκεύη που έρχεται σε παρατεταμένη επαφή, ένα βαθύ κόκκινο χρώμα, γεγονός που οφείλεται στα μεταλλικά άλατα που αυτό περιέχει.
Αναβλύζει σε σταθερή θερμοκρασία 17°C, θεωρείται ιαματικό, πίνεται μόνον επιτόπου και δεν εμφιαλώνεται.
Ο πρώτος που ανέφερε τις ιδιότητες της ποσιθεραπείας των τρεχούμενων νερών της περιοχής, ήταν ο Λατίνος ιστορικός Πλιόνιος ο οποίος είπε ότι «εάν κάποιος ρίξει στο σιντριβάνι των Ευρυμενών ένα χρυσό κόσμημα αυτό θα μετατραπεί σε πέτρα…». Το νερό του σιντριβανιού θα πρέπει να ήταν το σημερινό μεταλλικό Κόκκινο Νερό και γι αυτό το λόγο υπάρχει πιθανότητα στο Κόκκινο Νερό να βρισκόταν η αρχαία πόλη Ευρυμένες.
Προπολεμικά, αρχές του 1930, χτίστηκε το πρώτο ξενοδοχείο του αείμνηστου Γεωργίου Δημητρακόπουλου, εκδότη εφημερίδας «Ελευθερία» της Λάρισας στην παραλία του Κόκκινου Νερού, με σκοπό να αξιοποιηθεί η πηγή του Κόκκινου Νερού, ο καθαρός αέρας και η θάλασσα. Δρόμος για αμάξια δεν υπήρχε και οι παραθεριστές μεταφέρονταν με καΐκια από το Στόμιο, μέχρις ότου έγινε ο δρόμος που σύνδεσε τη Λάρισα με το Κόκκινο Νερό. Το νερό είναι πολύ καλό για τις στομαχικές διαταραχές. Πήγαιναν επίσης πολλά άτομα προληπτικά και για την αντιμετώπιση της φυματίωσης.
Ο Γ. Δημητρακόπουλος προσπάθησε να εμφιαλώσει το νερό της πηγής και να το εμπορευτεί. Η προσπάθειά του όμως απέτυχε διότι το νερό μετά από λίγες ώρες δεν διατηρούσε τη διαύγεια του. Για την ιστορία της εκμετάλλευσης της ιαματικής πηγής, παραθέτουμε στοιχεία από το άρθρο της δημοσιογράφου «Ελευθερίας» Λένα Κισσάβου, που το δημοσίευσε πριν από μερικά χρόνια. Οι πρώτες μαρτυρίες που μιλάνε για θαυματουργό νερό συναντώνται το 1842.
Το 1900 ενδιαφέρθηκε να εμφιαλώσει το ιαματικό νερό μια αγγλική εταιρία, η οποία προέβη σε υδρομάστευση και κατασκευή εξέδρας στην παραλία του Κόκκινου Νερού, που απαρτίζονταν από δύο τσιμεντένιες βάσεις που υπάρχουν μέχρι και σήμερα μπροστά από τα θερμά θαλάσσια λουτρά. Η εξέδρα χρησιμοποιήθηκε πιθανόν για τις θαλάσσιες μεταφορές του εμφιαλωμένου νερού και ήταν σε χρήση μέχρι το 1935, όταν κατασκευάστηκε η εξέδρα από το ξενοδοχείο του Γ. Δημητρακόπουλου. Όπως φαίνεται όμως από τα στοιχεία, η εμφιάλωση αυτή δε διήρκησε πολύ και η αγγλική εταιρία αποχώρησε από την περιοχή. Στη συνέχεια ο Γ. Δημητρακόπουλους επιχείρησε τη δεύτερη εμφιάλωση του ιαματικού νερού των πηγών, ενοικιάζοντας από το Δημόσιο τις πηγές, τη δεκαετία του 1930 και κάνοντας εισαγωγή χιλίδων γυάλινων φιαλών, ειδικά για την εμφιάλωση του ιαματικού νερού. Η επιχείρηση δεν κράτησε πόλυ λόγω δυσκολίας του νερού να διατηρηθεί στη φυσική του κατάσταση. Ο ίδιος έκανε κι άλλη απόπειρα εμφιαλώσεως τη δεκαετία του 1950 με την κυκλοφορία χιλιάδων φιαλών, με σύγχρονο πρεσαριστό πώμα, άλλα για τους ίδιους λόγους η επιχείρηση απέτυχε.
Συγκεκριμένα, οι λόγοι για τους οποίους είχαν απότύχει όλες οι προσπάθειες για την εμφιάλωση του ιαματικού νερού ήταν αφενός το ότι ο άφθονος σίδηρος που περιείχε κατακάθονταν στον πυθμένα της φιάλης και καθιστούσε το νερό ανενεργό για παθήσεις που θεραπεύει και αφετέρου επειδή χάνονταν η φυσική ουσία που περιείχε. Έκτοτε και γι αυτούς τους λόγους δεν επιχειρήθηκε ξανά η εμφιάλωση του ιαματικού νερού. Έτσι το ιαματικό Κόκκινο Νερό, όπως ονομαζόταν, γιατί από το σίδηρο που περιείχε η περιοχή όπου έρεε αποκτούσε κόκκινο χώμα, πίνονταν μόνο από την πήγή.